Login

Lost your password?
Don't have an account? Sign Up

Ο Νόμος περί Απάτης

Άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα

  1. Όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται με Φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με Φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών.
  1. Οι διατάξεις του άρθρου 72 για το κατάστημα εργασίας εφαρμόζονται και εδώ.

3. Επιβάλλεται Κάθειρξη μέχρι δέκα ετών: α) αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ`επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών [δέκα πέντε χιλιάδων (15.000)ευρώ. Το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ της περίπτωσης α` της παραγράφου 3 αναπροσαρμόζεται στο ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ με την παρ.2 περ.δ` άρθρου 24 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012 με έναρξη ισχύος 2 Απριλίου 2012. ή β) αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των [είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών] εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000)ευρώ. Το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 αναπροσαρμόζεται στο ποσό των εκατό είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ με την παρ.1 περ.ιδ` άρθρου 24 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012.Εναρξη ισχύος 2 Απριλίου 2012.

Ο Άρειος Πάγος έχει κρίνει ότι από τη διάταξη αυτή του 386 ΠΚ προκύπτει ότι για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται:

α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του, ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος,

β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθών, από την οποία, ως παραγωγό αίτια, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή και

γ) βλάβη ξένης περιουσίας, με την έννοια της μειώσεως της υφισταμένης περιουσιακής καταστάσεως του βλαπτομένου, η οποία να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη, χωρίς να απαιτείται ταυτότητα παραπλανηθέντος και ζημιωθέντος. Ως γεγονότα νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο παρελθόν ή στο παρόν ή συμβαίνουν κατά το χρόνο της βεβαιώσεως τους, όπως είναι και ο ισχυρισμός περί της ικανότητας ορισμένου προσώπου, όχι, όμως και εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον όπως είναι οι απλές υποσχέσεις εκπληρώσεως συμβατικών υποχρεώσεων σε μέλλοντα χρόνο. Οταν, όμως, οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων γεγονότων που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπλήρωσης βάσει της εμφανιζόμενης ψευδούς πραγματικής καταστάσεως ή δυνατότητας του δράστη που έχει ειλημμένη την πρόθεση να μην εκπληρώσει την υποχρέωση, τότε υπάρχει γεγονός που θεμελιώνει το έγκλημα της απάτης.

Περαιτέρω κατά τη διάταξη του εδαφ.στ`του άρθρου 13 ΠΚ που προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.1 του Ν.2408/1996, κατ` επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος, ενώ κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς του.

Επανειλημμένη τέλεση υπάρχει και, όταν το έγκλημα διαπράττεται κατ`εξακολούθηση. Κατά την έννοια της παρ.1 του άρθρου 98 ΠΚ, κατ`εξακολούθηση έγκλημα είναι εκείνο που τελείται από το ίδιο πρόσωπο και απαρτίζεται από περισσότερες ομοειδείς μερικότερες πράξεις, διακρινόμενες χρονικά μεταξύ τους, οι οποίες προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό και κάθε μία από αυτές περιέχει πλήρη τα στοιχεία ενός και του αυτού εγκλήματος, συνδέονται δε μεταξύ τους με την ταυτότητα της αποφάσεως για την τέλεση τους και θεωρούνται ως ενιαίο έγκλημα. Στο παραπάνω άρθρο 98 ΠΚ προστέθηκε, με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν 2721/1999, δεύτερη παράγραφος, σύμφωνα με την οποία η αξία του αντικειμένου της πράξεως και η περιουσιακή βλάβη ή το περιουσιακό όφελος, που προκύπτουν από την κατ` εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος, λαμβάνονται συνολικά υπόψη, αν ο δράστης απέβλεψε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές ο ποινικός χαρακτήρας της πράξεως, προσδιορίζεται με βάση την συνολική αξία του αντικειμένου και την συνολική περιουσιακή βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος.

Συνηθίζουμε να αποκαλούμε συλλήβδην απατεώνες, άτομα, τα οποία μας βλάπτουν, ωστόσο τα άτομα αυτά δεν μπορούν να διωχθούν για απάτη, π.χ ο εργοδότης που δεν μας πληρώνει, ο επαγγελματίας, που δεν μας έκανε καλή δουλειά, όσοι γενικά αθετούν τις υποσχέσεις τους κ.ο.κ. Αυτό συμβαίνει διότι ο νομικός ορισμός του εγκλήματος της απάτης είναι ο εξής : απάτη διαπράττει όποιος, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτει ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, με την εν γνώσει παράσταση (τονίζεται διότι έχει σημασία) ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη παρασιώπηση αληθινών γεγονότων

Παραδείγματα απάτης :

  1. Από την καθημερινή ελληνική πραγματικότητα, κλασική περίπτωση απάτης είναι αυτό που κάνουν κάποιοι καλοντυμένοι κύριοι, που εμφανίζονται σε γεροντάκια στην επαρχία και τους λένε ότι είμαστε από την εφορία ή από κάποιο κατάστημα και ο υιός σας χρωστάει τόσα και εκείνοι τα δίνουν για να εξοφληθεί το ανύπαρκτο χρέος (ψευδής παράσταση ως αληθινή)
  2. Αντίστοιχα, εάν όντως υπήρχε κάποιο χρέος, αλλά είχε εξοφληθεί και κάποιος επιχειρούσε να το ξαναεισπράξει, αποκρύπτοντας την εξόφληση, πάλι θα είχαμε απάτη (με αθέμιτη παρασιώπηση αληθινού γεγονότος αυτή τη φορά)
  3. Απάτη υπάρχει κάθε φορά, που κάποιος πείθει έναν άλλο να συναλλαχθεί μαζί του, εμφανιζόμενος ψευδώς ότι έχει κάποια ιδιότητα π.χ επιχειρηματίας, άτομο με μεγάλη οικονομική επιφάνεια και διασυνδέσεις ή κάποια άλλη επαγγελματική ιδιότητα (π.χ γιατρός, δικηγόρος, μεσίτης, ασφαλιστής, χρηματιστής κ.ο.κ), την οποία όμως δεν έχει και την έλλειψη της οποίας αν γνώριζε ο αντισυμβαλλόμενος, προφανώς δεν θα έκανε συναλλαγές μαζί του
  4. Απάτη (επί Δικαστηρίω μάλιστα) υπάρχει κάθε φορά που ένας διάδικος προσκομίζει στο Δικαστήριο ψεύτικα στοιχεία (π.χ ότι είναι κύριος ακινήτου, ενώ δεν είναι), προκειμένου να παραπλανήσει τους Δικαστές και να εκδώσουν ευνοϊκή για τον ίδιο απόφαση
  5. Απάτη διαπράττει επίσης ο έμπορος αυτοκινήτων που πειράζει το κοντέρ του ι.χ και δείχνει στον υποψήφιο αγοραστή ότι έχει λιγότερα χιλιόμετρα απ’όσα έχει πραγματικά διανύσει
  6. Απάτη διαπράττει ο εργαζόμενος όταν λέει στον εργοδότη ότι δαπάνησε το χ ποσόν σε επαγγελματικό ταξίδι, ενώ είχε ξοδέψει πολύ λιγότερα και βάζει τη διαφορά στην τσέπη

Από την άλλη μεριά όμως ΔΕΝ είναι απάτη, όταν κανείς έχει πράγματι τις ιδιότητες που λέει, αλλά δεν εκπληρώνει μία υπόσχεση που αναλαμβάνει : π.χ παραγγέλνω ξυλεία ή μέταλλα ή οτιδήποτε άλλο από άτομο, που όντως κάνει σχετικό εμπόριο, αλλά δεν μου τα παραδίδει έγκαιρα ή καθόλου ! Εδώ έχουμε απλά παραβίαση των συμφωνηθέντων, με αστικές μόνον αξιώσεις και όχι ποινικές. Ακόμα και η έκδοση ακάλυπτης επιταγής δεν είναι απάτη, διότι αφορά την εκπλήρωση μελλοντικής υποχρέωσης, ενώ στην απάτη, το ψέμα ή η απόκρυψη της αλήθειας, θα πρέπει να αναφέρονται στο παρόν .Το ίδιο και όταν δανείζομαι χρήματα, αλλά δεν τα επιστρέφω, δεν διαπράττω απάτη, εκτός αν είπα κάποιο ψέμα στο δανειστή, όπως π.χ ότι έχω να λαμβάνω (σίγουρα) χρήματα από κάπου αλλού, χωρίς αυτό να ισχύει ! Τέλος, δεν είναι απάτη, όταν μου δίνει κάποιος χρήματα, για να αγοράσω για λογαριασμό του κάτι, αλλά δεν το αγοράζω, ωστόσο αν δεν επιστρέψω τα χρήματα, διαπράττω υπεξαίρεση, διότι τα ιδιοποιούμαι παράνομα.

Η απάτη στη βασική της μορφή είναι πλημμέλημα, που τιμωρείται με φυλάκιση από τρεις (3) μήνες έως πέντε (5) χρόνια, ενώ αν η ζημία είναι μεγάλη, το ελάχιστο ανεβαίνει στα δύο (2) έτη

Κακούργημα είναι η απάτη όταν

  1. ο δράστης διαπράττει απάτες κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια και το όφελός του υπερβαίνει το ποσόν των 30.000 ευρώ (πρέπει να συντρέχουν δηλαδή ταυτόχρονα οι 2 αυτές προϋποθέσεις) ή
  2. αν η ζημία του θύματος και αντίστοιχα το όφελος του δράστη υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ Στις περιπτώσεις αυτές, ,όπου έχουμε κακουργηματική απάτη, προβλέπεται ποινή κάθειρξης (από πέντε) μέχρι δέκα (10) έτη. Τέλος να αναφέρουμε ότι το έγκλημα της απάτης πολλές φορές συρρέει και με άλλα αδικήματα, όπως π.χ η πλαστογραφία.

Νίκος Καπέλης και Συνεργάτες

Δικηγορικό Γραφείο

nikoskapelislaw.gr