Αρχαιολόγοι βοηθούν στις έρευνες για την ταυτοποίηση των θυμάτων από την επίθεση της Χαμάς
Σε ένα κατεστραμμένο και καμένο σπίτι στο κιμπούτς Μπεερί, ομάδες Ισραηλινών αρχαιολόγων ερευνούν τις στάχτες και τα ερείπια. Ψάχνουν για ανθρώπινα υπολείμματα, με την ελπίδα να ταυτοποιήσουν θύματα, η τύχη των οποίων συνεχίζει να αγνοείται ένα μήνα μετά τη φονική επίθεση της Χαμάς.
Το Μπεερί είναι μια από τις κοινότητες που υπέστησαν το πιο σκληρό πλήγμα από τους ενόπλους της Χαμάς που εισέβαλαν στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, σκοτώνοντας περίπου 1.400 ανθρώπους και συλλαμβάνοντας πάνω από 240 ως ομήρους, σύμφωνα με στοιχεία των ισραηλινών αρχών.
Πυρπολημένα αυτοκίνητα με λιωμένες από τη θερμότητα λαμαρίνες βρίσκονται ακόμα σε κάποια μονοπάτια του κιμπούτς, ορισμένα σπίτια έχουν καταστραφεί από τις φλόγες, άλλα έχουν τρύπες από τις σφαίρες. Παιδικά ποδήλατα βρίσκονται ανάμεσα σε χαλάσματα, σπασμένα γυαλιά, ακόμα και βλήματα που δεν εξεράγησαν.
Στο Μπεερί, όπως και στα γειτονικά χωριά Κφαρ Αζά και Νιρ Οζ, οι ένοπλοι πυροβόλησαν οικογένειες που είχαν καταφύγει στα ειδικά δωμάτια ασφαλείας των κατοικιών τους και πυρπόλησαν τα σπίτια τους. Πυρπόλησαν επίσης οχήματα σε μουσικό φεστιβάλ όπου 260 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Οι ομάδες διάσωσης βρήκαν απανθρακωμένα πτώματα σε πολλά σημεία, αλλά καθώς αγνοούνται ακόμα πολλοί άνθρωποι, ο ισραηλινός στρατός ζήτησε πριν από δύο εβδομάδες από αρχαιολόγους της Ισραηλινής Υπηρεσίας Αρχαιοτήτων (IAA) να συνδράμουν στις έρευνες.
Έως τώρα έχουν βοηθήσει να ταυτοποιηθούν 10 θύματα, λένε οι ίδιοι, με τον αριθμό των αγνοουμένων να εκτιμάται πλέον σε 25.
«Μπήκαμε σε καμένα σπίτια», δήλωσε ο αρχαιολόγος Τζο Ουζιέλ, «αναζητώντας ακόμα και το πιο μικροσκοπικό στοιχείο που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να ταυτοποιήσουμε ανθρώπους οι οποίοι αγνοούνται, είτε προσωπικά αντικείμενα όπως κοσμήματα είτε θραύσματα από οστά που έσπασαν λόγω της θερμότητας».
Με τη βοήθεια των στρατιωτών, οι ειδικοί χώρισαν τις περιοχές σε τετράγωνα, όπως θα έκαναν σε μια ανασκαφή, και άρχισαν την αναζήτηση και το κοσκίνισμα.
Δεν ήταν εύκολο, δήλωσε ο Ουζιέλ.
«Είναι ανάμικτο αίσθημα: θέλεις να βρεις κάτι και δεν θες να βρεις κάτι. Διότι αν βρεις κάτι, αυτό σημαίνει ότι εξακρίβωσες ότι κάποιος πέθανε και την ίδια στιγμή το να μην βρεις κάποιον σημαίνει ότι οι άνθρωποι τους συνεχίζουν να μην γνωρίζουν».
«Όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό», πρόσθεσε, «σου δίνει κάποια ανακούφιση ότι ίσως μπορείς να δώσεις κάποια βοήθεια και απαντήσεις σε αυτές τις οικογένειες που έχουν χάσει τόσα πολλά».