Επιχείρηση «ΝΙΚΗ»: Συγκλονιστικές μαρτυρίες Ελλήνων καταδρομέων – «Κύριοι, πάμε Κύπρο, αυτή είναι η διαταγή που ήρθε…»
Έλληνες καταδρομείς εξιστορούν με κάθε λεπτομέρεια όλα όσα συνέβησαν από τις 21 -21 Ιουλίου του 1974, στην επιχείρηση «ΝΙΚΗ».
Η Α΄ Μοίρα Καταδρομών είχε έδρα το Μάλεμε Χανίων. Διοικητής ήταν ο Γεώργιος Παπαμελετίου, ενώ Υποδιοικητής o εκ Σερρών αείμνηστος Άγγελος Αβραμίδης. Στις 16:30 το απόγευμα ο Διοικητής των Καταδρομών Ταξίαρχος Αλέξανδρος Γιάννακας τηλεφωνεί στον Διοικητή της Α΄ ΜΚ και του δίνει προφορική διαταγή η μοίρα να κινηθεί άμεσα προς την 115 Πτέρυγα Μάχης στην Σούδα…
Η γραπτή ήρθε πολλές ώρες αργότερα!
Ο Παπαμελετίου μας περιγράφει στο βιβλίο του Γιάννη Σκάλκου-Γιάννη Φασουλά (Νίκη στην Νεκρή Ζώνη), πως με “μισόλογα” ο Ταξίαρχος Γιάννακας του αποκάλυπτε την αποστολή. Αμέσως χωρίς να χάσει χρόνο, ο Παπαμελετίου συγκέντρωσε τους αξιωματικούς της μοίρας στο γραφείο του και μπήκε κατευθείαν στην ουσία του θέματος.
-Κύριοι, πάμε Κύπρο, αυτή είναι η διαταγή που ήρθε!
Ακολούθησε συγκέντρωση Μοίρας στον προαύλιο χώρο του στρατοπέδου, έγινε αναπροσαρμογή φόρτων και κατανομή πυρομαχικών και πριν ξεκινήσουν με τα λεωφορεία για το αεροδρόμιο της Σούδας, ο Παπαμελετίου τους είπε: “παιδιά πάμε στην Κύπρο και δε ξέρουμε τι προβλήματα θα αντιμετωπίσουμε”.
Το ηθικό των Καταδρομέων της Α΄ ΜΚ ήταν στον υψηλότερο βαθμό. Οι νέοι εκείνης της εποχής αποδείχθηκαν ότι ήταν οι ίδιοι του 1919, του 1940…
Τα λεωφορεία “για την αλλοδαπή” όπως γράφει η ημερήσια διαταγή, ξεκίνησαν από το Μάλεμε για την Σούδα.
Ο Υποδιοικητής Άγγελος Αβραμίδης, ένας Αξιωματικός με ξεχωριστές ικανότητες που σήμερα δεν είναι ανάμεσα μας, ήταν τύπος ενθουσιώδης και τραγουδούσε μαζί με τους στρατιώτες το συμβολικό ριζίτικο “Πότε θα κάνει ξαστεριά…”. Στον δρόμο προς την Σούδα ο κόσμος τους σταματούσε να τους σφίξει το χέρι, τους καλοστράτιζε και τους επευφημούσε. Οι Χανιώτες αντιλήφθηκαν αμέσως πως η μονάδα πάει για πόλεμο. Η κεντρική αγορά των Χανίων ζούσε σκηνές από άλλο ένα 1940…
Παράλληλα με τα γεγονότα που διαδραματίζονταν στην Κρήτη, από το πρωί της 20ης Ιουλίου 1974 τα αεροσκάφη Noratlas είχαν μεταβεί σε όλες τις πολεμικές μονάδες για υποστήριξη των πολεμικών Μοιρών προκειμένου να λάβουν διάταξη μάχης σύμφωνα με τα υπάρχοντα σχέδια τους.
Ο βετεράνος πιλότος της Πολεμικής Αεροπορίας Γιώργος Μήτσαινας που πήρε μέρος στην παράτολμη επιχείρηση με το αεροσκάφος “ΝΙΚΗ 11” μας περιγράφει λεπτό προς λεπτό τις δύσκολες εκείνες ώρες:
“Στις 7 το βράδυ, της 21ης Ιουλίου 1974 διατάχθηκαν όλοι οι Διοικητές των μονάδων να στείλουν όλα τα μεταγωγικά τους αεροσκάφη στην Σούδα, απ’ όπου θα εκτελούσαν άκρως απόρρητη αποστολή υψηλής σπουδαιότητας. Εκεί έμαθαν τα πληρώματα ότι ο σκοπός της αποστολής ήταν η μεταφορά της Α΄ Μοίρας Καταδρομών στην Κύπρο. Μιας αποστολής που δε προβλεπόταν από τα σχέδια. Οι προϋποθέσεις για την εκτέλεση της αποστολής ήταν: Εκμετάλλευση του αιφνιδιασμού, πτήση όσο το δυνατόν προς Νότο για αποφυγή αποκάλυψης από τα εχθρικά ραντάρ, εκφόρτωση και επιστροφή εξασφαλίζουσα τουλάχιστον μία ώρα πτήσης σε σκότος”.
Ο εκπρόσωπος του Αρχηγείου Αεροπορίας Ταξίαρχος Στεφαδούρος που έφθασε στην Σούδα στις 9:20 το βράδυ, βρήκε στην αίθουσα επιχειρήσεων μόνο οκτώ πληρώματα από τα είκοσι Noratlas που συγκεντρώθηκαν εκεί. Επειδή η αποστολή έπρεπε να γίνει νύχτα και η ώρα περνούσε, η ενημέρωση δεν μπορούσε παρά να ήταν σύντομη και περιεκτική.
“Σε λίγα λεπτά απογειωνόμαστε…”
Η Επιχείρηση “ΝΙΚΗ” ξεκίνησε και στις 10:30 το βράδυ απογειώθηκε “αγκομαχώντας”, προφανώς λόγω του μεγάλου φορτίου, το πρώτο αεροσκάφος (ΝΙΚΗ 1). Ακολούθησε στην συνέχεια με διαφορά πέντε λεπτών η απογείωση το δευτέρου αεροσκάφους (ΝΙΚΗ 2). Ανάλογα με την σειρά απογείωσης τα αεροσκάφη έφεραν και τον αντίστοιχο αριθμό. Το τελευταίο αεροσκάφος (ΝΙΚΗ 15) με κυβερνήτη τον Ευάγγελο Πετρουλάκη απογειώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα, παρά τις διαταγές που πήρε για ακύρωση της αποστολής λόγω της περασμένης ώρας.
Έτσι από τα 20 αεροσκάφη Νoratlas τα 15 ξεκίνησαν για Κύπρο ενώ τα υπόλοιπα 5 πήραν διαταγή να μην απογειωθούν λόγω περασμένης ώρας.
Τα αεροσκάφη που τελικά απογειώθηκαν ακολούθησαν μια πορεία πάνω από την πόλη των Χανίων, ανέβηκαν σε ύψος 7000 περίπου ποδών, πέρασαν από τα Λευκά Όρη, κατέβηκαν στα 500 περίπου πόδια και από κει ακολούθησαν μια πορεία νότιο-ανατολική μέχρι ένα σημείο- Τομή 34ουπαράλληλου με τον 27ο μεσημβρινό-. Πτήση πάνω από τον 34ο παράλληλο μέχρι την τομή του με τον 31ο μεσημβρινό, στα όρια FIR Αθηνών- Καίρου. Από τα σημεία αυτά κατ’ ευθείαν για το αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Η περιοχή αυτή βρίσκεται υπό την συνεχή επιτήρηση της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας και ο εντοπισμός των Noratlas θα σήμανε την σίγουρη καταστροφή τους. Τα πληρώματα των αεροσκαφών γνώριζαν πως σε αυτή την αποστολή θα ήταν μόνοι τους καθώς δε θα υπήρχαν Ελληνικά μαχητικά για την προστασία τους. Η μόνη τους προστασία ήταν το σκοτάδι και το στοιχείο του αιφνιδιασμού!
Σε όλη την διάρκεια της πτήσης δεν υπήρχαν ραδιοβοηθήματα, αφού αυτά ήταν εκτός ενέργειας λόγω της εμπόλεμης κατάστασης, ούτε σημεία αναφοράς για προσανατολισμό και εδώ επιστρατεύθηκαν οι ικανότητες των ραδιοναυτίλων. Πολλά αεροσκάφη πετούσαν σύρριζα με την επιφάνεια της θάλασσας (μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση, όπου με το παραμικρό λάθος των χειριστών θα σήμανε τον σίγουρο θάνατο για πλήρωμα και επιβαίνοντες). Μάλιστα, ένα αεροσκάφος πέταξε πάνω από ένα μεγάλο αεροπλανοφόρο του 6ου Αμερικανικού στόλου που βρισκόταν στην περιοχή. Τα Noratlas δεν πετούσαν σε σχηματισμό, ούτε είχαν οπτική επαφή μεταξύ τους. Πετούσαν ανεξάρτητα με μια γενική ιδέα για το που περίπου πετούσε το προηγούμενο ή επερχόμενο αεροσκάφος.
Η πτήση προς την Κύπρο έπρεπε να διαρκέσει περίπου 2 ώρες για τα αργοκίνητα και βαρυφορτωμένα μεταγωγικά. Αρκετά από αυτά παρουσίασαν βλάβες, όμως τα πληρώματα κατάφεραν να τα προσγειώσουν στο αεροδρόμιο Λευκωσίας.
Πριν την αναχώρηση της αποστολής, τα πληρώματα των Noratlas ενημερώθηκαν ότι οι Κύπριοι έχουν τον έλεγχο του αεροδρομίου και ότι θα τους περιμένουν. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε!
Φτάνοντας πάνω απ το νησί, παρατήρησαν πυρκαγιές στο όρος Τρόοδος, οι οποίες είχαν ανάψει από τους βομβαρδισμούς των τούρκων.
Αυτές οι πυρκαγιές ήταν η πηγή των αναλαμπών στον ορίζοντα που είχαν βοηθήσει στον προσανατολισμό πολλών Noratlas κατά την προσέγγιση τους στην Κύπρο.
Ένα-ένα τα μεταγωγικά άρχισαν την κάθοδό τους προς το αεροδρόμιο Λευκωσίας και διαπίστωσαν ότι δεχόντουσαν σφοδρά αντιαεροπορικά φίλια πυρά που θύμιζαν το Βροντάδο της Χίου, αν και απ’ ότι γνώριζαν, το αεροδρόμιο βρίσκεται σε Ελληνικά χέρια!
Τα αεροσκάφη που επιχειρούσαν να προσγειωθούν, δέχθηκαν καταιγιστικά πυρά απ’ όλες τις κατευθύνσεις, μέσα και έξω από το αεροδρόμιο. Τα αεροσκάφη “ΝΙΚΗ 1”, “ΝΙΚΗ 2” και “ΝΙΚΗ 3” κατάφεραν να προσγειωθούν αποβιβάζοντας τους καταδρομείς και τα εφόδια που μετέφεραν. Το αεροσκάφος “ΝΙΚΗ 4” δέχθηκε πολλά βλήματα αντιαεροπορικών, πήρε φωτιά και συνετρίβη δύο μίλια πριν τον διάδρομο του αεροδρομίου. Όλοι οι επιβαίνοντες, πλήρωμα και καταδρομείς εκτός ενός, σκοτώθηκαν.
Το αεροσκάφος “ΝΙΚΗ 6” εβλήθη σε πολλά σημεία, ο ένας κινητήρας εξερράγη, ο δεύτερος πήρε φωτιά. Αλλά το ηρωικό πλήρωμα κατάφερε να το προσγειώσει. Δύο από τους Καταδρομείς που μετέφερε σκοτώθηκαν ενώ δέκα τραυματίστηκαν. Σ΄ αυτό το αεροσκάφος επέβαινε και ο Υπολοχαγός Σταύρος Μπένος. Πολλά χρόνια αργότερα θα πει:
“Τα τροχιοδεικτικά σφύριζαν απ’ έξω. Δεχόμασταν αντιαεροπορικά πυρά, το αεροσκάφος πήρε φωτιά μέσα στην καμπίνα, δεν είχαμε πυροσβεστήρες και ρίχναμε νερό από τα παγούρια μας για να την σβήσουμε…!”.
Τα ακολουθούντα Noratlas βρέθηκαν σε έναν καταιγισμό πυρών, κάθε είδους όπλων αλλά τα πληρώματα με υπεράνθρωπες προσπάθειες κατάφεραν να τα προσγειώσουν. Δύο από τα δεκαπέντε αεροσκάφη δεν προσγειώθηκαν, το “ΝΙΚΗ 13” έχασε τον προσανατολισμό και προσγειώθηκε στην Ρόδο, ενώ το “ΝΙΚΗ 14” φτάνοντας ξημερώματα πάνω από την Κύπρο, πήρε διαταγές να γυρίσει στην Σούδα.
Το σύνθημα “Μη χτυπάτε είναι Ελληνικά” δεν έφτασε πρόωρα στους Κύπριους χειριστές των αντιαεροπορικών.
Τραγικός απολογισμός της επιχείρησης: 29 Καταδρομείς νεκροί και 4 αεροπόροι. Ο μοναδικός επιζήσας του αεροσκάφους “ΝΙΚΗ 4” Θανάσης Ζαφειρίου πολλά χρόνια αργότερα θα ανοίξει την ψυχή του και θα πει:
“Οι χειριστές ήταν νεκροί και το αεροσκάφος ακυβέρνητο δεχόταν πυρά. Είχαν πάρει φωτιά τα κασόνια με τις χειροβομβίδες δίπλα μου και ένιωθα να καίγομαι, κοίταζα για αλεξίπτωτο, αλλά δε βρήκα πουθενά. Άνοιξα την πόρτα του αεροσκάφους και πήδηξα στο κενό. Οι γονείς μου έκαναν την κηδεία και τα εννιάμερα, ενώ ήμουν ζωντανός. Ο πατέρας μου έπαθε σοκ και υπέστη καρδιακή προσβολή και λίγους μήνες αργότερα πέθανε. Δε θυμάμαι τίποτα από τον εντοπισμό μου. Θυμάμαι καθαρά, πως έπεφτα σαν μολύβι στο χώμα. Για 7 μήνες δεν είχα τις αισθήσεις μου και δε θυμάμαι παρά ελάχιστα από την νοσηλεία μου στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο 401…”.
Αυτά αναφέρει ο Θανάσης Ζαφειρίου που βρέθηκε 24 ώρες μετά το σωτήριο άλμα του σε ένα χωράφι, δίπλα στο αεροδρόμιο Λευκωσίας.