Βέλγιο: Η κυβέρνηση θα δώσει στην Ουκρανία πυραύλους, μυδραλιοβόλα, πυρομαχικά
Η βελγική κυβέρνηση ανακοίνωσε χθες νέα χρηματοδότηση για μη στρατιωτική βοήθεια και την παροχή πυραύλων, μυδραλιοβόλων, πυρομαχικών και τεθωρακισμένων οχημάτων στην Ουκρανία.
“Πρόκειται κυρίως για αντιαεροπορικούς πυραύλους, αντιαρματικούς πυραύλους, μυδραλιοβόλα, χειροβομβίδες και άλλον στρατιωτικό εξοπλισμό που επιτρέπουν στην Ουκρανία να συνεχίσει να αμύνεται απέναντι στη ρωσική εισβολή”, ανέφερε η υπουργός Άμυνας Λουντιβίν Ντεντοντέ σε συνέντευξη Τύπου.
Αντίθετα το Βέλγιο δεν είναι σε θέση να παράσχει άρματα μάχης, όπως ζητούσε ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Η απαίτηση ικανοποιήθηκε από τις υποσχέσεις περίπου έξι δυτικών εταίρων, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία, ο Καναδάς ή ακόμη η Βρετανία αυτή την εβδομάδα.
Η Ντεντοντέ εξήγησε πως δεν υπάρχουν πλέον άρματα μάχης στις αποθήκες υλικού που διαθέτει το υπουργείο Άμυνας. Πωλήθηκαν πριν από μια δεκαριά χρόνια.
Η νέα βοήθεια του υπουργείου Άμυνας αποτιμήθηκε στα 93,8 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό της βελγικής βοήθειας σχεδόν στα 228 εκατομμύρια αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος τον Φεβρουάριο του 2022. Παρουσιάστηκε ως μια συνεισφορά ώστε ο ουκρανικός στρατός να μπορέσει να “ανασχέσει μια νέα επίθεση του ρωσικού στρατού τις ερχόμενες εβδομάδες”.
“Ο ουκρανικός λαός έχει ανάγκη την υποστήριξή μας απέναντι σε μια στοχευμένη επίθεση κατά των θεμελίων της κοινωνίας μας”, δήλωσε η Ντεντοντέ.
Σε ό,τι αφορά τη μη στρατιωτική και ανθρωπιστική βοήθεια, ο πρωθυπουργός Αλεξάντερ Ντε Κρο έκανε λόγο για παράδοση “ασθενοφόρων, αντίσκηνων, ιατρικών κιτ, γεννητριών” και για συνεισφορά σε ένα διεθνές πρόγραμμα χρηματοδότησης για τη μεταφορά αγροτικών πρώτων υλών εκτός των ουκρανικών λιμανιών.
“Συνολικά η μη στρατιωτική υποστήριξη ανέρχεται σε 86 εκατ. ευρώ: 69 εκατ. ανθρωπιστικής βοήθειας στα οποία προστίθενται 10,6 εκατομμύρια για την ανάκαμψη και την ανοικοδόμηση”, δήλωσε ο Φλαμανδός φιλελεύθερος αξιωματούχος.
Το Βέλγιο έχει παραδώσει επίσης στην Ουκρανία εδώ και έναν χρόνο 38.000 τόνους καυσίμων, κυρίως ντίζελ.
φωτογραφία αρχείου