
Τα παράδοξα της εισαγωγής στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού
Η βάση εισαγωγής που ανακοίνωσε το Υπουργείο Παιδείας για τη γενική σειρά υποψηφίων από ΓΕΛ ορίστηκε στα 8.400 μόρια και για τις δύο ειδικότητες. Στη θεωρία, αυτό σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να εισαχθεί με βαθμολογία χαμηλότερη από το όριο. Στην πράξη, όμως, η εικόνα είναι διαφορετική.
Σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο, όταν οι θέσεις δεν καλύπτονται από υποψηφίους που έπιασαν τη βάση, καλούνται επιλαχόντες που είχαν δηλώσει τις ΑΕΝ στις προτιμήσεις τους, ανεξαρτήτως μορίων.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εισαγωγή σπουδαστών με βαθμολογίες σαφώς χαμηλότερες από το όριο των 8.400, ακόμη και της τάξης των 7.000 ή 6.500 μορίων. Έτσι, η “βάση εισαγωγής” παύει να λειτουργεί ως πραγματικό ακαδημαϊκό φίλτρο και μετατρέπεται σε τυπικό κριτήριο μόνο για την πρώτη φάση κατανομής θέσεων.
Οι συνέπειες είναι άμεσες και αφορούν τόσο την εκπαίδευση όσο και την αγορά εργασίας.
Στα μαθήματα θεμελιώδους σημασίας —ναυτική τεχνολογία, φυσική, μαθηματικά, αγγλικά— οι γνώσεις των εισαχθέντων παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές, με αποτέλεσμα να παρατηρείται σημαντικός αριθμός αποτυχιών στις εξετάσεις και εγκατάλειψης σπουδών πριν από το πρώτο μπάρκο.
Η αγορά, που χρειάζεται καταρτισμένα στελέχη ικανά να ανταποκριθούν στις τεχνολογικές και κανονιστικές απαιτήσεις της σύγχρονης ναυτιλίας, αναγκάζεται να καλύπτει το κενό με πρόσθετη εκπαίδευση, αυξάνοντας χρόνο και κόστος.
Το ζήτημα αυτό αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα καθώς ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Βασίλης Κικίλιας, έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα προχωρήσει σε νέο σχεδιασμό για τη ναυτική εκπαίδευση. Η επόμενη φάση μεταρρυθμίσεων δεν μπορεί να αγνοήσει τα παραπάνω δεδομένα.
Ο καθορισμός βάσης εισαγωγής χωρίς αποτελεσματικό μηχανισμό τήρησής της υπονομεύει την ποιότητα της εκπαίδευσης και, τελικά, την επάρκεια των μελλοντικών αξιωματικών. Ένα ρεαλιστικό σχέδιο θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του, με λύσεις που να εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο γνώσεων κατά την είσοδο, χωρίς όμως να αφήνουν θέσεις κενές στις σχολές.
Η ναυτική εκπαίδευση αποτελεί κρίσιμο κρίκο για τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνόκτητης ναυτιλίας. Αν ο νέος σχεδιασμός λάβει υπόψη αυτά τα στοιχεία και κινηθεί σε πρακτική, εφαρμόσιμη κατεύθυνση, μπορεί να κλείσει ένα χρόνιο κενό πολιτικής και να ενισχύσει ουσιαστικά την επόμενη γενιά στελεχών.