ΕΛΙΖΑ 10454 η γραμμή για την προστασία του παιδιού
Από την 1η Ιουλίου το ΕΛΙΖΑ ξεκίνησε τη λειτουργία της Γραμμής ΕΛΙΖΑ 10454, η οποία έχει στόχο να βοηθήσει εργαζόμενους που βρίσκονται κοντά σε παιδιά, που αντιλαμβάνονται ή υποψιάζονται ότι ένα παιδί παραμελείται ή κακοποιείται ψυχικά, σωματικά ή σεξουαλικά. Επίσης, επιθυμεί να προστατεύσει παιδιά, προσφέροντας πλαισίωση στους καλούντες, λύνοντας απορίες αναφορικά με νομικά και διαδικαστικά θέματα αναφορών περιστατικών παραμέλησης ή και κακοποίησης.
Παράλληλα, παρέχει ψυχολογική ενδυνάμωση για τη διερεύνηση ενός περιστατικού με υποψία παραμέλησης ή/και κακοποίησης και ψυχολογική στήριξη για την ορθή αντιμετώπιση και ενδεχόμενη αναφορά του περιστατικού.
Η Γραμμή αποτελεί φυσική συνέχεια της προσπάθειας του ΕΛΙΖΑ να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει ανθρώπους που βρίσκονται κοντά σε παιδιά, ώστε τα περιστατικά να προλαμβάνονται έγκαιρα και έγκυρα. Ιατροί, εκπαιδευτικοί, προπονητές, babysitters, εργαζόμενοι διαφόρων ειδικοτήτων που βρίσκονται κοντά σε παιδιά, μπορούν να καλέσουν τη Γραμμή ΕΛΙΖΑ 10454, αν υποψιάζονται πως ένα παιδί κακοποιείται. Το ΕΛΙΖΑ δεν αποκλείει τη στήριξη ατόμων που βρίσκονται κοντά στα παιδιά πρόσκαιρα, όπως ομαδάρχες σε κατασκηνώσεις.
Για τις επώνυμες και ανώνυμες αναφορές δίνονται κατευθυντήριες οδηγίες στο άτομο που καλεί για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να υποβάλει την αναφορά του για κάποιο περιστατικό με υποψία κακοποίησης παιδιού, καθώς και τα ονόματα και στοιχεία των φορέων, στους οποίους μπορεί να απευθύνει την αναφορά του. Στους καλούντες παρέχεται συμβουλευτική, σε σχέση με την εφαρμογή των Πρωτοκόλλων που εφαρμόζονται «συγκεκριμένα» (in concreto), στις διαφορετικές περιπτώσεις διαχείρισης περιστατικών με υποψία κακοποίησης, ανάλογα με τη μορφή της κακοποίησης. Οι επαγγελματίες της ΓΡΑΜΜΗΣ ΕΛΙΖΑ 1045, παρέχουν στους καλούντες βασικές κατευθυντήριες αρχές, σχετικά με ειδικά προβλεπόμενες διαδικασίες, όπως ορίζονται με νόμο, για ειδικές κατηγορίες επαγγελματιών, όπως για παράδειγμα, ο ρόλος του εκπαιδευτικού σε σχέση με το Ν. 3500/2006 για την ενδοοικογενειακή βία, κ.ά., αποσαφηνίζοντας έτσι και την «υποχρεωτικότητα» των αναφορών σε ορισμένες περιπτώσεις.