Απόφαση Αρ. Πάγου- Πότε οι ασφαλιστικές εταιρείες νόμιμα δεν καλύπτουν κλοπή αυτοκινήτου
Οι ασφαλιστικές εταιρείες νόμιμα δεν καλύπτουν τον κίνδυνο ολικής ή μερικής κλοπής αυτοκινήτου που είναι ασφαλισμένο για κλοπή, στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης του επιδεικνύει «βαριά αμέλεια» που συνίσταται στο να σταθμεύει το αυτοκίνητό του, χωρίς σύστημα συναγερμού, σε μη ασφαλές σημείο, δηλαδή σε σημείο με έλλειψη φωτισμού, απομονωμένο, χωρίς συχνή κίνηση πολιτών και κυκλοφορία οχημάτων
Αριθμός 210/2023
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2 Πολιτικό Τμήμα
Απόσπασμα
Στην προκειμένη περίπτωση το Μονομελές Εφετείο Θράκης, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε τα ακόλουθα, κρίσιμα για τον αναιρετικό έλεγχο, πραγματικά περιστατικά:
“Ο ενάγων (ήδη αναιρεσείων) είναι ο κύριος του IX επιβατηγού αυτοκινήτου με αριθμό κυκλοφορίας … εργοστασίου κατασκευής ΒΜW τύπου M3 coupe, 4.000 κ. εκ, το οποίο είχε τεθεί σε κυκλοφορία το έτος 2008 και την 1- 5-2009 είχε μεταβιβαστεί σε αυτόν λόγω πωλήσεως ως μεταχειρισμένο. Με την σύμβαση ασφαλίσεώς υπ’ αριθμ. 7996473/28-5-2009 η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία (ήδη αναιρεσίβλητη), ανέλαβε την παροχή ασφαλιστικής κάλυψης ζημίας σε σχέση με το όχημα αυτό έναντι διαφόρων κινδύνων, μεταξύ των οποίων και η κλοπή, από την οποία προκαλείται βλάβη μέχρι του ποσού των 90.000 ευρώ. Το διάστημα ισχύος της παρεχόμενης ασφαλιστικής κάλυψης είναι η περίοδος από 12-5-2019 έως την 12-11-2019 και το ασφάλιστρο συμφωνήθηκε ανερχόμενο σε 1.503,51 ευρώ. Ακολούθησε η ανανέωση της ως άνω συμβατικής σχέσης με το ίδιο ποσό κατά το διάστημα από την 12-11-2009 έως την 12-11-2009 έναντι ασφαλίστρου ύψους 1482,97 ευρώ και ακολούθως για την περίοδο από την 12-5-2010 έως την 12-11-2010 για ποσό 79.200 ευρώ έναντι ασφαλίστρου ύψους 1.360,93 ευρώ. Την 7-10-2010 ώρα 10:00 ο ενάγων εμφανίστηκε στο κατάστημα του αστυνομικού σταθμού Νέας Καλλίστης, όπου, με την από 7-10- 2010 έκθεση ένορκης εξέτασης αυτού ως μάρτυρα, υπέβαλε έγκληση εναντίον αγνώστων προσώπων για την αξιόποινη πράξη της κλοπής, που τελέστηκε εναντίον του. Ειδικότερα ο ενάγων ισχυρίστηκε, ότι ο ίδιος στάθμευσε ώρα 23:30 της 6-10-2010 το ανωτέρω όχημα στον χώρο στάθμευσης οχημάτων του καταστήματος εστίασης με τον διακριτικό τίτλο “…”, που εκμεταλλεύεται ο ίδιος και βρίσκεται στην παραλία Φαναρίου, από όπου μέχρι την επομένη ημέρα 7-10-2010 άγνωστα στον ίδιο πρόσωπα το είχαν αφαιρέσει.
Ο ανωτέρω χώρος στάθμευσης δεν είναι περιφραγμένος και δεν φυλάσσεται, ούτε όμως ασκείται κάποιος έλεγχος σε αυτόν καθώς και στην επιχείρηση εστιατορίου κατά το διάστημα των νυκτερινών ωρών, που η τελευταία δεν βρίσκεται σε λειτουργία. Ο οικισμός Φαναρίου, από το σημείο όπου βρίσκεται ο προαναφερόμενος χώρος στάθμευσης, απέχει περίπου 1270 μέτρα. Στο ανωτέρω όχημα δεν είχε τοποθετηθεί κάποιο σύστημα φωτεινού και ηχητικού συναγερμού. Εντός του συγκεκριμένου χώρου στάθμευσης δεν αποδεικνύεται, ούτε ο ενάγων ισχυρίζεται, ότι βρισκόταν σε λειτουργία κάποιος τεχνητός φωτισμός, ώστε να είναι ορατές οι κινήσεις και να διακρίνονται κάποια χαρακτηριστικά των προσώπων, τα οποία βρίσκονται σ αυτόν κατά την διάρκεια της νύκτας. Επίσης δεν αποδεικνύεται ότι στο χώρο στάθμευσης του καταστήματος κατά το διάστημα μεταξύ την 6-10-2010 έως την 7-10-2010 βρισκόταν και άλλα οχήματα εκτός από το αυτοκίνητο που είχε σταθμεύσει στο σημείο αυτό ο ενάγων, εκ μέρους του οποίου άλλωστε δεν προβάλλεται κάποιος αντιστοίχου περιεχομένου σχετικός ισχυρισμός. Επίσης, δεν αποδεικνύεται ότι, στο σημείο όπου βρίσκεται το κατάστημα και ο χώρος στάθμευσης αυτού, υφίστανται μία ή περισσότερες οικίες, στις οποίες, κατά το συγκεκριμένο χρονικό σημείο, κατοικούσαν πρόσωπα, που κατά τις ώρες της νύκτας παραμένουν και κινούνται στο τμήμα αυτό της περιοχής. Δεν αποδεικνύεται ότι το σημείο στάθμευσης του οχήματος φωτίζεται και είναι ορατό κατά την διάρκεια της νύκτας από οποιαδήποτε οικία, κατάστημα ή πρόσωπο βρίσκεται στην περιοχή. Δεν αποδεικνύεται ότι στο ίδιο σημείο, κατά τις ώρες της νύκτας μεταξύ την 6-10-2020 έως την 7-10-2010, βρισκόταν σε λειτουργία ένα ή περισσότερα καταστήματα εστίασης ή ψυχαγωγίας, ώστε να εμφανίζεται οποιαδήποτε κίνηση προσώπων στην περιοχή. Μεταξύ του χώρου, όπου ο εναγών στάθμευσε το όχημα αυτού και του σημείου της παραλίας Φαναρίου, όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις του καταστήματος εστίασης, το οποίο εκμεταλλεύεται ο ίδιος, μεσολαβεί τμήμα της επαρχιακής οδού Ιμέρου – Φαναρίου. Κατά την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, που ο ενάγων στάθμευσε το αυτοκίνητο στο συγκεκριμένο σημείο και στην ευρύτερη περιοχή δεν εμφανίζεται συχνή κίνηση προσώπων, ούτε κυκλοφορία οχημάτων…Προκύπτει ότι ο ίδιος στάθμευσε το όχημά στο παραπάνω χώρο ώρα 23.00 περίπου. Ο ενάγων ολοκλήρωσε την στάθμευση του οχήματος στο σημείο που ο ίδιος είχε επιλέξει και στη συνέχεια επιβιβάστηκε σε ένα άλλο επαγγελματικό αυτοκίνητο, το οποίο χρησιμοποιείται για την κάλυψη των αναγκών λειτουργίας της επιχείρησης εστίασης, που εκμεταλλεύεται. Με το όχημα αυτό ο ενάγων αποχώρησε από το χώρο του καταστήματος με κατεύθυνση προς την πόλη της Κομοτηνής, όπου βρίσκεται και η κατοικία αυτού. Κατά διάστημα που ακολούθησε και οι εργαζόμενοι της επιχείρησης εστίασης αποχώρησαν από το κατάστημα αυτής, το οποίο έκλεισαν, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε κάποια κίνηση πελατών. Η ως άνω αποδεικνυόμενη έλλειψη κίνησης πελατών αναμενόμενο είναι ότι αποκλείει την εμφάνιση έκτακτων αναγκών προμήθειας ειδών, που είναι απαραίτητα για την λειτουργία της ως άνω επιχείρησης.
Υπό τους όρους αυτούς δεν τεκμηριώνεται, ούτε όμως και ο ενάγων εκθέτει ποίος ήταν ο λόγος εξαιτίας του οποίου ο ίδιος επέλεξε, κατά το συγκεκριμένο χρονικό σημείο, να μεταβάλει το όχημα κίνησης αυτού, το οποίο χρησιμοποίησε για να διανύσει την απόσταση από την επιχείρησή μέχρι τον τόπο κατοικίας του και κατά μείζονα λόγο για ποια αιτία αποφάσισε να σταθμεύσει το προαναφερόμενο πολυτελές όχημά ιδιοκτησίας του στο ανωτέρω περιγραφόμενο σημείο και να μην επιστρέψει κατά την διάρκεια της νύχτας, ώστε να το παραλάβει και να κατευθυνθεί με αυτό στη οικία του στην πόλη της Κομοτηνής, αλλά να επιλέξει την χρήση ενός επαγγελματικού οχήματος.
Όλες οι ανωτέρω περιγραφόμενές συνθήκες, που επικρατούσαν στην περιοχή κατά την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, αντικειμενικά εκτιμώμενες, ήταν ευνοϊκές, ώστε να διευκολύνεται η τέλεση της αξιόποινης πράξης της κλοπής του συγκεκριμένου οχήματος, δεδομένου ότι αυτό κατά την διάρκεια της νύκτας παρέμενε εκτεθειμένο στο συγκεκριμένο σκοτεινό και ερημικό, σημείο, το οποίο ήταν το κατάλληλο, ώστε να προκαλείται η εντύπωση ότι θα επιτευχθεί με βεβαιότητα αφαίρεση αυτού και η ασφαλής ταχεία διαφυγή των προσώπων, που θα αποφάσιζαν (να) τελέσουν την συγκεκριμένη πράξη., χωρίς να υφίσταται οποιοσδήποτε κίνδυνος σύλληψης αυτών.
Άλλωστε ο ενάγων γνώριζε ότι ήταν αυξημένος ο κίνδυνος κλοπής του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, δεδομένου ότι ο ίδιος εκθέτει στην αγωγή ότι τον μήνα Ιούλιο του έτους 2009 αυτό είχε υποστεί διάρρηξη, εξαιτίας της οποίας καταστράφηκαν οι ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι αυτού και για όλες τις φθορές που προκλήθηκαν καταβλήθηκε αποζημίωση από την εναγόμενη . Εκτός αυτού όμως ήταν γνωστό στα πρόσωπα που κινούνται στην συγκεκριμένη περιοχή ότι σε αυτήν κατά το παρελθόν είχαν τελεστεί άλλες κλοπές διαφόρων πολυτελών οχημάτων.
Με τα δεδομένα όμως αυτά η συμπεριφορά την οποία εκδήλωσε ο ενάγων να σταθμεύσει το πολυτελές αυτό όχημα στο σημείο αυτό, όπου επικρατούσαν οι ανωτέρω περιγραφόμενες αντικειμενικές συνθήκες και ακολούθως να μην επιστρέψει να το παραλάβει κατά την διάρκεια της νύκτας, προκάλεσε την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης, διότι εξέθεσε το αυτοκίνητο αυτό σε αυξημένο κίνδυνο κλοπής, η οποία τελέστηκε.
Η συμπεριφορά αυτή αποτελεί εκδήλωση εντόνως αποκλίνουσα από την συνήθη επιβαλλόμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, δεδομένου ότι αναμενόμενο είναι από οποιαδήποτε πρόσωπο να επιλέξει να μην εκθέσει το συγκεκριμένο όχημα σε αυτές τις συνθήκες που δεν μειώνουν, αλλά επαυξάνουν το κίνδυνο κλοπής.
Επομένως, η ανωτέρω εκδήλωση του ενάγοντος αποδίδεται σε βάρια αμέλεια αυτού εξ αιτίας της οποίας προκλήθηκε η ασφαλιστική περίπτωση.
Συνακόλουθα ο αντιστοίχου περιεχομένου, προβαλλόμενος κατ’ ένσταση, ισχυρισμός της εναγομένης αποδεικνύεται βάσιμος από ουσιαστική άποψη”. Ακολούθως, με τις παραδοχές αυτές το Εφετείο απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος και επικύρωσε την εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία, κατά παραδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της ανωτέρω από το άρθρο 7 παρ. 5 Ν. 2496/1997 ένστασης της αναιρεσίβλητης, είχε απορριφθεί η από 6/10/2011 αγωγή του αναιρεσείοντος, κατά το σκέλος της με το οποίο ζητείτο να υποχρεωθεί η αναιρεσίβλητη να του καταβάλει, με βάση την σύμβαση ασφάλισης, την αξία του κλαπέντος αυτοκινήτου, ποσού 79.200 ευρώ. Έτσι που έκρινε και με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 5 του ν.2496/1997 και 330 παρ.2 ΑΚ, καθόσον τα ως άνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά πληρούν το πραγματικό της νομικής έννοιας της βαριάς αμέλειας και ανταποκρίνονται πλήρως στις προϋποθέσεις εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, αφού, κατά τις ουσιαστικές αυτές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, η επέλευση της ασφαλιστικής περιπτώσεως οφείλεται σε βαριά αμέλεια που επέδειξε ο αναιρεσείων λήπτης της ασφάλισης, με συνέπεια την απαλλαγή της αναιρεσίβλητης από την υποχρέωση καταβολής ασφαλίσματος για την ένδικη κλοπή, ώστε να δικαιολογείται η, κατά παραδοχή της σχετικής ένστασής της, απόρριψη της αγωγής.
Περαιτέρω το Εφετείο υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του δεν στέρησε την προσβαλλόμενη απόφασή του από νόμιμη βάση κατά την εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών της βαριάς αμέλειας και της πρόσφορης αιτιώδους συνάφειας, μεταξύ των περιστατικών που δέχθηκε ότι συνιστούν βαριά αμέλεια του αναιρεσείοντος και του επελθόντος αποτελέσματος της κλοπής του αυτοκινήτου του, καθ’ όσον διέλαβε σε αυτήν την απαιτούμενη αιτιολογία, που ανταποκρίνεται στο πραγματικό των πιο πάνω διατάξεων, καθώς και των άρθρων 297, 298 ΑΚ, και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής αυτών, τις οποίες έτσι δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου καθ’ όσον αναφέρονται στην απόφαση με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το ανωτέρω σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό της πόρισμα ότι η κλοπή του αυτοκινήτου του οφείλεται σε βαριά αμέλεια του αναιρεσείοντος με τις υποστηρίζουσες αυτό αναιρετικά ανέλεγκτες ουσιαστικές παραδοχές:
1) ότι κατά τη διάρκεια ισχύος της ασφαλιστικής σύμβασης ο αναιρεσείων, ενώ γνώριζε ότι τον μήνα Ιούλιο του 2009 το ασφαλισμένο έναντι κλοπής για το ποσό των 79.200 ευρώ πολυτελές αυτοκίνητό του είχε υποστεί διάρρηξη, εξαιτίας της οποίας καταστράφηκε ο ηλεκτρονικός εγκέφαλός του, ότι στην περιοχή, που εκινείτο είχαν τελεστεί στο παρελθόν κλοπές πολυτελών αυτοκινήτων, ότι στο αυτοκίνητό του δεν είχε τοποθετήσει κάποιο σύστημα ηχητικού ή φωτεινού συναγερμού για αποτροπή της κλοπής του και ενώ είχε στην ιδιοκτησία του άλλο αυτοκίνητο για τις ανάγκες της επιχείρησής του, όμως, στις 6/10/2010 και ώρα 23.00 μ.μ., μετέβη με το ανωτέρω ασφαλισμένο μεγάλης αξίας αυτοκίνητό του στο κατάστημα που εκμεταλλεύεται και βρίσκεται στην παραλία Φαναρίου και επέλεξε, χωρίς να προσδιορίζει τον λόγο που το έκανε, να το σταθμεύσει εκεί και να αναχωρήσει για την οικία του στην Κομοτηνή με άλλο επαγγελματικής χρήσης αυτοκίνητό του και
2) ότι ο χώρος που στάθμευσε το ασφαλισμένο αυτοκίνητό του όλη τη νύκτα από τις 23.00 μ.μ. της 6/10/2010 έως τις 10.00 π.μ. της 7/10/2010 ήταν ερημικός, αφού δεν είχε κατοικίες και άλλα καταστήματα εκτός από το δικό του, το οποίο όμως λίγο μετά τη στάθμευση του ασφαλισμένου αυτοκινήτου του έπαυσε να λειτουργεί και οι εργαζόμενοι σε αυτό έφυγαν, ενώ ο πλησιέστερος οικισμός του Φαναρίου βρισκόταν σε απόσταση 1.270 μέτρων, και επί πλέον ήταν σκοτεινός και χωρίς περίφραξη, γειτνιάζει δε με την επαρχιακή οδό Ιμέρου – Φαναρίου, η οποία δεν είχε συχνή κίνηση, με αποτέλεσμα να εκθέσει το αυτοκίνητό του σε αυξημένο κίνδυνο κλοπής, η οποία και τελέστηκε.
Οι ουσιαστικές αυτές παραδοχές, αφ’ ενός μεν δικαιολογούν το συμπέρασμα ότι ο αναιρεσείων επέδειξε βαριά αμέλεια, γιατί αυτός δεν κατέβαλε, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς ασφαλισμένου, την επιμέλεια που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει και έτσι, από αμέλειά του, δεν προέβλεψε ότι η στάθμευση του ασφαλισμένου αυτοκινήτου του υπό τις προαναφερθείσες περιστάσεις θα μπορούσε να προκαλέσει την κλοπή του, η δε παρέκκλισή του από τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς ασφαλισμένου ήταν σημαντική, ασυνήθης και ιδιαιτέρως μεγάλη, καταδεικνύουσα πλήρη αδιαφορία του αναιρεσείοντος για τα παράνομα σε βάρος της αναιρεσίβλητης αποτελέσματά της, αφ’ ετέρου δε δικαιολογούν το συμπέρασμα ότι η από βαριά αμέλειά του συμπεριφορά του αυτή ήταν πρόσφορη, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, να προκαλέσει την κλοπή του αυτοκινήτου του, την οποία και προκάλεσε.
Επομένως οι τα αντίθετα υποστηρίζοντες πρώτος και δεύτερος κατά το πρώτο σκέλος λόγοι αναίρεσης, με τους οποίους προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι από το άρθρο 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ πλημμέλειες της ευθείας και εκ πλαγίου παραβίασης των ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, είναι αβάσιμοι.
Το πλήρες κείμενο της 210/2023 απόφασης του Αρείου Πάγου (Α2 Πολιτικό Τμήμα)
Πηγή: odigostoupoliti