Ο Νόμος για τις κάμερες παρακολούθησης
Θα έχετε σίγουρα παρατηρήσει ότι πολλά από τα καταστήματα, εμπορικά κέντρα, επαγγελματικοί χώροι, που επισκέπτεστε καθημερινά, διαθέτουν συστήματα επιτήρησης με κάμερες παρακολούθησης. Πριν από λίγα χρόνια, αυτό μας φαινόταν περίεργο, ενώ τώρα, πια, μάλλον το έχουμε συνηθίσει. Είναι όμως αυτή η επιτήρηση με κάμερες σύμφωνη με το νόμο;
Τα παρακάτω δεν αφορούν τη χρήση συστημάτων ασφαλείας μέσω κάμερας παρακολούθησης σε σπίτια ή ιδιωτικούς χώρους, αλλά μόνο σε επιχειρήσεις, ιδιωτικούς ή δημόσιους φορείς, οργανισμούς ή δημόσιους χώρους. Συνήθως, αυτού του είδους οι κάμερες τοποθετούνται σε περιοχές με υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας και όχι με σε περιοχές με χαμηλή εγκληματικότητα.
Η παρακολούθηση μέσω συστημάτων επιτήρησης, είτε με καταγραφή σε βίντεο είτε με απλή παρακολούθηση ζωντανά, σύμφωνα με το νόμο, είναι επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, άρα ισχύει γι’ αυτά η νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων. Η ελληνική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων εξέδωσε το 2011 οδηγία, η οποία ορίζει τις περιπτώσεις που επιτρέπεται η λειτουργία τέτοιων συστημάτων.
Ως τις 25-5-2018, για να εγκαταστήσει κάποιος σύστημα βιντεοεπιτήρησης, έπρεπε να έχει γνωστοποιήσει στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων ένα συγκεκριμένο έντυπο, στο οποίο υπάρχει πλήρης περιγραφή του συστήματος. Από τις 25-5-2018, όπου άρχισε η εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR) της ΕΕ, καταργήθηκαν οι γνωστοποιήσεις και οι άδειες της Αρχής Προστασίας Δεδομένων. Πρέπει, πλέον, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας (φορείς ή επιχειρήσεις ) να αυτοελέγχονται και να μπορούν να αποδεικνύουν με αποδείξεις, σε κάθε τυχόν έλεγχο, ότι τηρούν τη σχετική νομοθεσία.
Γενικοί κανόνες για την τοποθέτηση καμερών
Σε γενικές γραμμές, για να εγκαταστήσει κάποιος ένα σύστημα βιντεοεπιτήρησης, θα πρέπει να είναι απόλυτα αναγκαίο για το σκοπό που το θέλει. Έπειτα, θα πρέπει να εξεταστούν με προσοχή τα σημεία στα οποία θα τοποθετηθούν οι κάμερες παρακολούθησης. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν σε χώρους, όπως τουαλέτες, αποδυτήρια, λουτρά, εξεταστήρια, αλλά ούτε και σε χώρους ουδέτερους, όπου δεν καραδοκούν σοβαροί κίνδυνοι (π.χ. σε εστιατόρια, καφέ, χώρους αναμονής ιατρείων). Είναι λογικό, βέβαια, να εγκατασταθεί κάμερα πάνω από το ταμείο του καταστήματος, μέσα σε μια αποθήκη με εμπορεύματα, στην είσοδο μιας επιχείρησης, σε σημεία όπου υπάρχουνχρηματοκιβώτια ή επικίνδυνα μηχανήματα κ.λπ.
Οι κάμερες παρακολούθησης, δεν πρέπει να καταγράφουν συνεχώς εργαζόμενους (π.χ. πάνω από γραφεία εργαζομένων/πάγκους εργασίας) ή άλλα άτομα (π.χ. πελάτες/επισκέπτες). Η βιντεοεπιτήρηση, ως επεξεργασία δεδομένων, θα πρέπει να σέβεται την ιδιωτικότητα των ατόμων.
Η καταγραφή ήχου είναι απαγορευμένη παντού, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως, π.χ. η παρακολούθηση αιθουσών νοσοκομείων ή σταθμών φιλοξενίας βρεφών, με σκοπό την άμεση επέμβαση, σε περίπτωση επείγοντος περιστατικού.
Αν στο υλικό του συστήματος έχει πρόσβαση τρίτος, εκτός του υπευθύνου της επεξεργασίας (π.χ. εταιρεία φύλαξης), θα πρέπει αυτός να δεσμευτεί εγγράφως για την προστασία των δεδομένων. Το σύστημα επιτήρησης πρέπει να φυλάσσεται, ώστε να αποφευχθεί η μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση, η αλλοίωση, η διαγραφή των δεδομένων ή η κλοπή του καταγραφικού.
Θα πρέπει να υπάρχουν ενημερωτικές πινακίδες που θα είναι τοποθετημένες πριν από το σημείο που καλύπτει η βιντεοεπιτήρηση. Στις πινακίδες θα πρέπει να αναγράφεται το όνομα και τα τηλέφωνα του υπεύθυνου επεξεργασίας, ο σκοπός της εγκατάστασης του συστήματος, για πόσο χρονικό διάστημα θα διατηρηθούν τα δεδομένα καταγραφής κ.λπ. Εάν έχουμε προσωπικό στο χώρο, θα πρέπει να ενημερωθεί εγγράφως για το σύστημα της βιντεοεπιτήρησης. Το σύστημα αυτό δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση της αποδοτικότητας ή της συμπεριφοράς των εργαζομένων.
Δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιούμε το υλικό της καταγραφής από κάμερες παρακολούθησης σε οποιονδήποτε τρίτο, είτε με δημοσίευση στο διαδίκτυο, είτε με αποστολή με e-mail, είτε με υλικό μέσο αποθήκευσης. Εξαιρούνται μόνο οι αρμόδιες αρχές, αφού όμως μάς γνωστοποιήσουν πρώτα έγγραφη εντολή, την οποία θα πρέπει να ελέγξουμε νομικά.
Τα δεδομένα που συλλέγονται πρέπει να καταστρέφονται, το αργότερο, εντός 15 ημερών. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει το σύστημα να είναι κατάλληλα ρυθμισμένο, ώστε να σβήνονται αυτόματα τα αρχεία μετά τις 15 μέρες.
Είναι, λοιπόν, απαραίτητο, για τη διασφάλιση του δικαιώματος της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής, να γίνεται σωστή και όχι καταχρηστική λειτουργία στις κάμερες παρακολούθησης.
Η νομοθεσία για τις κάμερες παρακολούθησης σε δημόσιους χώρους
Η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης με τη λήψη ή καταγραφή ήχου ή εικόνας, σε δημόσιους χώρους, επιτρέπεται, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 14 ν. 3917/2011, για τους εξής σκοπούς:
- Για την αποτροπή και καταστολή συγκεκριμένων αξιόποινων πράξεων, όπως εγκλημάτων βίας, εμπορίας ναρκωτικών κ.ά.
- Για τη διαχείριση της κυκλοφορίας, η οποία περιλαμβάνει την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων στο οδικό δίκτυο, την πρόληψη και διαχείριση τροχαίων ατυχημάτων και τη ρύθμιση της κυκλοφορίας οχημάτων.
Δημόσιοι χώροι είναι: α) αυτοί που προορίζονται για κοινή χρήση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, β) οι ανοικτοί χώροι, περιφραγμένοι ή μη, που είναι ελεύθερα προσβάσιμοι σε απροσδιόριστο αριθμό προσώπων, γ) οι σταθμοί, όπου κινούνται επιβάτες με μέσα μαζικής μεταφοράς. Η εγκατάσταση και η λειτουργία συστημάτων επιτήρησης πρέπει να περιορίζεται μόνο στο δημόσιο χώρο για τον οποίο είναι απαραίτητη η επιτήρηση, ενώ δεν πρέπει να επιτηρούνται μη δημόσιοι χώροι ή εσωτερικό κατοικιών.
Η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης σε δημόσιους χώρους γίνεται μόνο από κρατικές αρχές, όπως η Ελληνική Αστυνομία, το Πυροσβεστικό Σώμα και το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή.
Η εγκατάσταση και η λειτουργία των συστημάτων επιτήρησης σε δημόσιους χώρους επιτρέπεται μόνο αν είναι απολύτως απαραίτητο και όταν οι σκοποί που επιδιώκονται δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα, πιο ήπια μέσα. Όσον αφορά τη λειτουργία τους για την πρόληψη ή καταστολή εγκλημάτων, πρέπει να υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι αυτά τα αδικήματα τελούνται ή πρόκειται να τελεσθούν στον εν λόγω χώρο.
Η εγκατάσταση και η λειτουργία συστημάτων επιτήρησης σε δημόσιους χώρους γίνεται ύστερα από σχετική απόφαση της εκάστοτε δημόσιας αρχής. Η απόφαση για τη λειτουργία του συστήματος επιτήρησης δημοσιοποιείται με πινακίδες, καθώς και με ανάρτηση στην ιστοσελίδα της εν λόγω δημόσιας αρχής.
Τα συστήματα επιτήρησης μπορούν να διαθέτουν σταθερές, κινητές ή περιστρεφόμενες κάμερες παρακολούθησης, με βάσεις σταθερές ή φορητές, οι οποίες μπορεί να μεταφέρονται από οχήματα κάθε είδους (εδάφους, θαλάσσης ή αέρος, επανδρωμένα ή μη) ή από φυσικά πρόσωπα.
Η εστίαση της εικόνας επιτρέπεται για τον έλεγχο αξιόποινων πράξεων. Η διαδικασία εστίασης της εικόνας εκτελείται με αιτιολογημένη απόφαση του υπευθύνου επεξεργασίας, μετά από έγκριση του αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών.
Τα δεδομένα διατηρούνται για χρονικό διάστημα 15 ημερών από τη συλλογή τους, εκτός αν είναι απαραίτητο να διατηρηθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, για να γίνει η διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.
Αποδέκτες των δεδομένων μπορεί να είναι οι αρμόδιες δικαστικές, εισαγγελικές ή διοικητικές αρχές. Υπό προϋποθέσεις, τα δεδομένα μπορούν να κοινοποιηθούν στο θύμα ή στο φερόμενο ως δράστη μιας πράξης, προκειμένου να αποδειχθεί η αξιόποινη πράξη.
Οι πολίτες έχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπει ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων, γνωστός ως GDPR, και ο εφαρμοστικός Ν. 4624/2019. Σε κάθε περίπτωση, είναι υποχρεωτικό να ενημερώνεται το κοινό ότι πρόκειται να μπει σε χώρο που επιτηρείται, με πινακίδες αναρτημένες σε εμφανές μέρος.
Κατά τη διάρκεια που λαμβάνει χώρα μια δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης είναι επιτρεπτή υπό προϋποθέσεις, με ειδική αιτιολογημένη απόφαση της εκάστοτε δημόσιας αρχής. Στην περίπτωση που επιτραπούν οι κάμερες παρακολούθησης, τα δεδομένα που θα συλλεχθούν πρέπει να καταστροφούν μέσα σε 48 ώρες από τη λήξη της συνάθροισης.
Οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις κάμερες παρακολούθησης που διαμορφώνεται μετά τη δημοσίευση του νέου Π.Δ.75/2020, περιέχει εγγυήσεις, οι οποίες διασφαλίζουν το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων τους.